Theodore – Ταξιδεύοντας στα αστέρια και στον χρόνο

Με αφορμή το νέο του studio άλμπουμ «The Voyage» αλλά και τη δισκογραφική εταιρεία που έστησε «United We Fly»

Πόσο ρεαλισμό μπορεί να περιέχει ένα μουσικό ταξίδι στα αστέρια;

Κι όμως, παρακολουθώντας με προσοχή τον δημιουργό του, Theodore (Θοδωρή Πολυχρονόπουλο), να μου εξηγεί διεξοδικά την εικονογραφημένη εκδοχή του εν λόγω ταξιδιού, ξεφυλλίζοντας το πραγματικά ευφάνταστο και ακριβό άλμπουμ/cd του The voyage (που κυκλοφόρησε πρόσφατα από την United we Fly), σκέπτομαι ότι ο τύπος που έχω απέναντι μου διαθέτει μια σπάνια ψυχοσύνθεση και ένα μοναδικό συνδυασμό ταλέντων.

Παιδί ονειροπόλο από την μια, με φλέβα καλλιτέχνη που μοναδικό του καύσιμο έχει τις «αστρικές πτήσεις» («αστρομουσική» έχει ονομάσει την μουσική του).

Και από την άλλη, προσηλωμένος επαγγελματίας με γερά πόδια στη γη, έτοιμος να αντιμετωπίσει τα δύσκολα με δυναμισμό και με αποτελεσματικότητα. Και τα δύσκολα, για να λέμε τα πράγματα με το όνομα τους, είναι μια κανονικότητα στο χώρο του.

Εδώ, μικρή παρένθεση, γιατί δεν μπορώ να μην το παινευτώ. Αυτήν τη σπάνια μείξη βαρύτητας και …αερικού, παιδικότητας και στοχαστικής διάθεσης, σε συνδυασμό με την ικανότητα του και για το …δια ταύτα, διέκρινα από την πρώτη μας συνέντευξη, εννιά χρόνια πριν, με αφορμή το πρώτο του στούντιο άλμπουμ «7» που είχε κυκλοφορήσει όταν ήταν μόλις 21 ετών (είχε ηχογραφηθεί σε Λονδίνο και Αθήνα με παραγωγούς τον Βρετανό Κλάιβ Μάρτιν και τον δικό μας Vasiliko).

Εννιά χρόνια πριν! Τον γνώρισα… γιό και φοιτητή στο Λονδίνο να παλεύει να βρει μια θέση στον ήλιο για να παίξει ζωντανά τη μουσική του. Τον ξανασυναντώ οικογενειάρχη, μόνιμο κάτοικο Παγκρατίου, πλέον, σύζυγο και πατέρα μιας 7μηνης μικρής για την οποία, μου το λέει από την αρχή, δεν είναι η ώρα του να μιλήσει. Θα επανέλθω αργότερα. Κι εκείνος θα επιμείνει. Η συνάντησή μας όμως θα λήξει αφού πρώτα μου δείξει με φανερή μπαμπαδίσια υπερηφάνεια φωτογραφίες της μικρής. Ταξίδι είναι κι αυτό (σκέπτομαι) και ο Θοδωρής Πολυχρονόπουλος έχει δείξει περίσσια τόλμη του στις μεγάλες εκκινήσεις.

Συνθέτης, στιχουργός, ερμηνευτής, multiοργανίστας, performer, ενορχηστρωτής και από το 2015 δημιουργός της ανεξάρτητης δισκογραφικής United we Fly, o 31χρονος σήμερα Theodore,εκτός από την προσωπική του πορεία ως καλλιτέχνης, φτιάχνει σιγά σιγά τις συνθήκες ώστε να μπορεί να επηρεάσει –για να μην πω συνδιαμορφώσει –τις δύσκολες ισορροπίες που επικρατούν σήμερα στο χώρο του. Κυρίως με αυτή του την ιδιότητα (αλλά και με το δεδομένο ότι είναι μια από τις πιο ενδιαφέρουσες νέες «φωνές» της post rock, ambient όχθης που έχει ξανοιχτεί και στο εξωτερικό) θέλησα να τον δω face to face.

Πώς αποφάσισε, λοιπόν, να φτιάξει μια δισκογραφική μέσα σε ένα τόσο γρήγορα μεταβαλλόμενο (άρα και αβέβαιο) χώρο και μέσα στον χαμό της οικονομικής κρίσης στην Ελλάδα…

 

«Ξέρεις τι συνειδητοποίησα τις προάλλες; Σε όλη την ενήλικη ζωή μου έχω ζήσει την μια κρίση μετά την άλλη. Ουσιαστικά ξεκίνησα όταν η οικονομική κρίση έγινε χειροπιαστή και σε κοινωνικό επίπεδο εννοώ. Το 2011. Μόλις πήγαμε να σηκώσουμε λίγο κεφάλι, ήρθε ο COVID. Φέτος ήταν η πρώτη φορά που περιμέναμε να ανοίξει επί τέλους η αγορά το καλοκαίρι και ήρθε ο πόλεμος. Όλα πάλι είναι στον αέρα. Δεν έχει σταματημό αυτό»…

Photo: Πάρης Αναγνωστόπουλος

 

Η ακρίβεια, η ανασφάλεια, οι χαμένες ευκαιρίες για εμφανίσεις σε φεστιβάλ στο εξωτερικό, δικές του αλλά και καλλιτεχνών της United («τα γραφεία είναι πολύ μαγκωμένα, κυρίως με τα νέα ονόματα») οι δυσκολίες στην Ελλάδα. Αυτή είναι η πραγματικότητα. Το δεδομένο. Και τι κάνει ένας άνθρωπος που αντιμετωπίζει –χωρίς ψευδαισθήσεις ή γκρίνιες την δεδομένη κατάσταση; «Κάθε τέτοια απότομη αλλαγή είναι και πρόκληση. Μπορεί και ευκαιρία. Μπορεί να βγει κάτι καλό τελικά». Και το λέει γελώντας…

Κάπως έτσι δημιουργήθηκε το 2015 και η United we Fly.

«Από την δεύτερη δουλειά μου “It Is, but its not” συνειδητοποίησα ότι τα κάνω όλα μόνος μου. Είπα, λοιπόν, ότι δεν είναι και πολύ σωστό να γκρινιάζω, καλό θα είναι να κάνω κάτι κι εγώ. Οπότε κάναμε μια μικρή ομάδα και εφαρμόσαμε σιγά σιγά όσα πράγματα μαθαίναμε – με… απώλειες στην αρχή. Πολλά σκαμπίλια»

 

Στόχος της νέας εταιρείας είναι να ενισχύσει μια σκηνή που θεωρεί ότι πρέπει να είναι πιο δυναμικά παρούσα. Η Inner Ear είναι η πρώτη διδάξασα αλλά η United προσπαθεί να πάει τα πράγματα λίγο παρακάτω, προσφέροντας μια πιο ολοκληρωμένη κάλυψη στους καλλιτέχνες της. «Και δισκογραφικά, και συναυλιακά και με τα δικαιώματα και από πλευράς management και στρατηγικής. Και με στρατηγικές για το πώς θα γίνει εξαγώγιμο το υλικό»

 

Ερώτηση : Είναι η ιδέα μου ότι κάποτε υπήρχε ας πούμε η δυνατότητα για έναν ενδιαφερόμενο –και μιλώ κυρίως για τους δημοσιογράφους– να έχουν μια επισκόπηση για το τι συμβαίνει στο χώρο. Αντίθετα σήμερα, τα πράγματα μπορεί να συμβαίνουν δίπλα μας, αλλά στον μικρόκοσμο τους. Κι εμείς να μην παίρνουμε χαμπάρι.

Αυτός είναι και ένας από τους στόχους της εταιρείας. Να μην συμβαίνει αυτό που λες. Έτσι είναι όμως. Υπάρχουν λόγου χάριν καλλιτέχνες, νέοι αλλά και παλιότεροι που έχουν παρουσία –και συναυλιακή και δισκογραφική- έχουν κοινό αλλά θεωρούνται καλλιτέχνες της «ανεξάρτητης σκηνής». Το ανεξάρτητο underground υπάρχει. Και καλά κάνει. Κι έχει και μεγάλο ενδιαφέρον. Αλλά είναι καταστροφικό για έναν καλλιτέχνη που δεν ανήκει εκεί να καταγραφεί ως underground – είναι καταστροφικό για την βιωσιμότητά του.

 

Ερώτηση: Ποιο είναι το λεγόμενο mainstream σήμερα στην Ελλάδα; Κάποτε πάντως ήταν οι καλλιτέχνες της πίστας…

Μπα, δε νομίζω ότι είναι αυτοί. Υπάρχουν σκηνές με μεγάλο κοινό που ούτε εγώ τις ξέρω. Η σκηνή της trap ας πούμε. Ισχυρότατη σκηνή με μεγάλο κοινό. Η χιπ χοπ επίσης. Κάνουν συναυλίες στο Θέατρο Βράχων και ξεπουλάνε για πλάκα.

 

Ερώτηση: Πώς επικοινωνούνται τα πράγματα σήμερα; Μέσω Spotify;

Σίγουρα το Spotify είναι καθοριστικό για την καριέρα ενός καλλιτέχνη. Αν κάνει νούμερα στο Spotify μπορεί να κλείσει συναυλίες…

Ερώτηση : Ναι αλλά ένας νέος ή ένας πρωτοεμφανιζόμενος πώς μπορεί να έχει νούμερα στο Spotify;

Ενδιαφέρουσα αυτή η κουβέντα, είναι λίγο σαν την κότα με το αυγό… Δεν υπάρχουν εύκολες απαντήσεις. Και δεν υπάρχουν γιατί δεν μπορώ να μιλήσω για όλους. Θα μιλήσω μόνο για την δική μας την σκηνή γιατί αυτή ξέρω. Η απάντηση είναι ότι πρέπει να τα κάνεις όλα: Και Spotify, Youtube και όλες τις πλατφόρμες και Instagram, facebook και Tic Toc. Εγώ, πάντως, Tic Toc δεν έχω, ούτε αντέχω να έχω… Μάλλον είμαι μια γενιά πάνω απ όλα αυτά…

 

Ερώτηση: Ναι, αλλά αν το Tic Toc είναι το next big thing της επικοινωνίας, αντέχεις να μείνεις απέξω;

Ο ψηφιακός κόσμος έχει δημιουργήσει τις δικές του «φυλές». Κι αυτό γιατί η τάση είναι να δίνεις όλο και λιγότερο χρόνο σ αυτό που ακούς. Δηλαδή τα stories στο Instagram ήταν 15 δευτερόλεπτα. Στο Spotify όλοι αγχώνονται και δουλεύουν για το πώς θα πάει ένα κομμάτι στην αρχή – τα πρώτα δευτερόλεπτα. Μετά πας στο επόμενο. Το Tic Toc είναι ένα social που δεν γράφεις και κάνεις μόνο βιντεάκια. Εγώ δεν το κάνω. Νομίζω ότι όσοι το χρησιμοποιούν δεν είναι το κοινό που θα ακούσει την μουσική μου.

 

Ερώτηση: Δεν είναι πολύ ψυχαναγκαστικό να έχεις διαρκώς νέο περιεχόμενο να ανεβάζεις; Παρουσία τακτική και χωρίς κενά;

Πρέπει να είναι και ενδιαφέρον αυτό που ανεβάζεις. Στην εταιρεία παλεύουμε να δημιουργούμε υλικό κι όταν κάποιος είναι δημιουργικός προσπαθούμε να τον οργανώσουμε προς αυτή την κατεύθυνση. Αυτό είναι ένα work in progress όπως καταλαβαίνεις. Τα social και οι πλατφόρμες είναι ένα κομμάτι της δουλειάς. Ταυτόχρονα υπάρχει και ο φυσικός κόσμος, οι συναυλίες και πρέπει οι 2 κόσμοι να αλληλοεπιδρούν…

 

Βλέπω φόρτο εργασίας στην United. Ούτε ψύλλο στον κόρφο σας…

Εμείς στην διάρκεια του Κορωνοϊού το συνειδητοποιήσαμε ότι για να είσαι βιώσιμος, σήμερα, πρέπει να τα κάνεις όλα… Δε γίνεται να ασχολείσαι μόνο με τη δισκογραφία.

 

Στροφή της κουβέντας μας για να φύγουμε από τα «επίγεια», τις βιωσιμότητες, τους ψυχαναγκασμούς, τη μυρωδιά της καθημερινότητας. Theodore, ο φτιαγμένος με αστερόσκονη, ο ταξιδευτής του διαστήματος, ο «αστρομουσικός». Το “Τhe Voyage” με έξι δικά του κομμάτια (στίχος και μουσική) είναι όπως μου εξηγεί μια ιστορία με αρχή μέση και τέλος. Πρόκειται για ένα κυριολεκτικό και ταυτόχρονα υπαρξιακό ταξίδι πέρα απ τη γη, στα βάθη του εαυτού, εκεί που ο ίλιγγος των μαύρων τρυπών αν δεν σε καταπιεί μπορεί να σε βγάλει σε εκτυφλωτικά φώτα… Τρία βίντεο κλιπ, συν ένα lyric video (το ένα από τα τρία clip είναι animation, στα άλλα δύο πρωταγωνιστεί ο Μιχάλης Σαράντης), υποδηλώνουν την συμμετοχή μια μεγάλης ομάδας εργασίας –αν και μόνο το άλμπουμ/cd να δει κανείς, με όλες τις ιδιόχειρες σημειώσεις και τα σκίτσα που συνθέτουν την ιστορία, καταλαβαίνει με πόση προσοχή, λεπτομέρεια, αγάπη (και χρήμα) έχει γίνει αυτή η παραγωγή. Κι ενώ ο στοχασμός και οι υπαρξιακές αναζητήσεις του ενήλικα πλέον Theodore τον απομακρύνουν από την εποχή που ο έρωτας ήταν η απαρχή της δημιουργικής του δραστηριότητας (το «7» είχε θέμα του τον έρωτα) μουσικά το χαρμάνι που επιλέγει να φτιάξει για το The Voyage, μοιάζει πιο απλό από ποτέ. Με πολύ λιγότερα «δάνεια» από την κλασσική μουσική, πιο απλές συνθέσεις, πιο κοντά στο καθαρό ambient κλίμα ενός σάουντρακ που βασίζεται σε synth ήχους.

 

Τι συνέβη; Μειώθηκε ο ναρκισσισμός του συνθέτη;

«Ξεκινώντας, είχα ανάγκη να βγάλω ό,τι ξέρω, ό,τι αισθάνομαι. Μου άρεσαν και πολλά μουσικά είδη. Προφανώς μεγαλώνοντας δεν το έχω ανάγκη πια. Μην ξεχνάτε ότι όταν ξεκίνησα το «7» ήμουν μόνο 18 ετών. Όσο μεγαλώνω, νιώθω ότι πλησιάζω περισσότερο στην ουσία. Νομίζω ότι αυτό που ονειρευόμουν χρόνια βρήκα τον τρόπο να το κάνω.

 

Και πάντα ένα ταξίδι στο μυαλό του. Μια …ταινία με αρχή μέση και τέλος. «Μα και τώρα ιδανικά, αν μπορούσα θα το έκανα ταινία». Αυτό είναι η προϋπόθεση για να εμπνευστεί και να γράψει.

 

Αναρωτιέμαι αν τον απασχόλησε ποτέ η μόνιμη …άγκυρα που έχει αποκτήσει πλέον η ζωή του (οικογένεια/παιδί). To παιδί κυρίως, πέρα απ όλες τις χαρές του, την έμπνευση, τον πλούτο συναισθημάτων κλπ. κλπ. είναι ίσως το μοναδικό γεγονός στη ζωή μας που δεν έχει επιστροφή. Οπότε, το «ταξίδι» σίγουρα αλλάζει…

“Μα εγώ δεν προσπαθώ να φύγω από κάπου” μου εξηγεί.

«Να πάω προσπαθώ. Έχει διαφορά»

 

Σίγουρα αλλάζει το ταξίδι του πάντως…

Και βέβαια αλλάζει μου λέει.

«Αλλά η έννοια της εστίας, του κέντρου είναι πολύ σημαντικά για έναν άνθρωπο. Ίσα ίσα το να ’χεις μια βάση, ένα κέντρο , σε κάνει να μπορείς να κινείσαι πιο ελεύθερα και να είσαι πιο δημιουργικός.

 

Το παιδί είναι μια επιπλέον πηγή έμπνευσης πάντως…

Με παρασύρεις σε μια συζήτηση που δε θέλω να κάνω. Τι να πω τώρα. Όλο αυτό είναι τόσο έντονο συναισθηματικά, που δε θέλω ακόμα να μιλήσω.

 

Κλείνω μαγνητόφωνο, πίνουμε καφέ κι ενώ λέμε γι’ αυτά και για κείνα, τείνει κινητό και με ρωτάει. «Θες να τη δεις; Νάτη!».

Νομίζω ότι ξέρω από πού θα ξεκινήσει το επόμενο ταξίδι του αλλά αυτό δεν το λέω. Είναι ζήτημα χρόνου…

 

 

Photos: Πάρης Αναγνωστόπουλος