Ο έρωτας στα χρόνια της χολέρας

Ή πώς οι «Usurum» βρήκαν μια καλή ευκαιρία να γκαζώσουν εν καιρώ πανδημίας

Να πούμε και κάτι καλό –να ανοίξει λίγο ο ορίζοντας μπροστά μας. Την ύπαρξη των Usurum και δη του Σταύρου Ρουμελιώτη την είχα καταγράψει κάμποσα χρόνια πριν κυρίως μέσα από τα live και τη δισκογραφία της Μαρίας Παπαγεωργίου. Το όνομα καταχωρήθηκε στο μυαλό μου, λιγάκι αυθαίρετα, όπως γίνεται πάντα σ΄ αυτές τις περιπτώσεις, όταν ένας καλλιτέχνης που εκτιμάς και παρακολουθείς -η Μαρία εν προκειμένω- σου μιλάει για τον κόσμο μέσα στον οποίο κινείται. Τους ανθρώπους που έχει δίπλα της. Τους συνεργάτες. Τους συνοδοιπόρους. Τον κύκλο της. Ο Σταύρος Ρουμελιώτης είναι σταθερά ο εξ ευώνυμων της στη σκηνή (ενορχηστρωτής των λάιβ της και ηλεκτρική κιθάρα) και σίγουρα ο εκ δεξιών της στη δισκογραφία αφού μεγάλο μέρος των νέων κομματιών που μας συστήνει η Μαρία, είναι δικά του.

Η χαρά των πολλών προσώπων των δημιουργών. Του «και μαζί και μόνος». Γιατί οι Usurum (όπως έμαθα) υπάρχουν δισκογραφικά από το 2013, αυτόνομη «μονάδα», σταθερή, παραγωγική και τόσο επίμονη που εν μέσω πανδημίας να βγάζουν μια ακόμη δουλειά τους –την τέταρτη παρακαλώ- με τίτλο «Ασανσέρ».

«Σίγουρα δεν είμαστε ένα πράγμα» λέει ο Σταύρος στην τηλεφωνική συνομιλία που έχουμε με αφορμή το νέο δίσκο. «Η Μαρία είναι μια πρόκληση. Είναι και έμπνευση -διαφορετική από τους Usurum. Υπάρχουν όμως πολλά τραγούδια που δεν είναι ούτε για τον ένα, ούτε για τον άλλο»

Μπορεί να μην είναι ακριβοδίκαιο αυτό που θα πω, αλλά το όνομα Usurum άρχισε να παίζει ως νέα, ανεξάρτητη οντότητα (που μάλιστα με βρήκε απρόσμενα πριν κάμποσους μήνες μέσα από το Spotify της 22χρονης Ραχήλ) όταν οι στίχοι του Ναπολέοντα Λαπαθιώτη «Κλείσε τα Παράθυρα» γέμισαν το δωμάτιο με μια φωνή που κάτι μου θύμιζε αλλά δεν…
«Οι Usurum είναι ρε μαμά. Μα καλά δεν ξέρεις τους Usurum?»

Η ζωή είναι περίεργη καμιά φορά. Άνιση. Έως και άδικη σε πρώτη ανάγνωση- κυρίως για όσους αποφασίζουν να ζουν …επικινδύνως (βλέπε καλλιτέχνες). Τείνω να πιστεύω όμως, ότι πάντα βρίσκει τον τρόπο και βγάζει στον αφρό όσα είναι να βγούνε. Έτσι τουλάχιστον λέει η πείρα.

Ακόμη και για την γενιά που έπεσε στα βαθιά με τα μάτια κλειστά, την εποχή που είχε διαλυθεί η βιομηχανία της μουσικής, η επιμονή, η δημιουργικότητα, η «τρέλα» (όπως θα μου πει σε λίγο ο Στ. Ρουμελιώτης), σπανίως πάνε χαμένα. Κι ας είναι χαοτικό το τοπίο. Κι ας πρέπει να αποδείξεις ότι είσαι κάτι μέσα σε ένα βράδυ –γιατί δεύτερο λάιβ δεν έχει εύκολα. Όλα αυτά ίσχυσαν βέβαια και για την εν λόγω μπάντα.

Παιδιά όλα του Λυκείου Αλίμου (εκτός από τον Στ. Ρουμελιώτη και τον Κοσμά Λαμπίδη που είναι και οι δημιουργοί των τραγουδιών, στον κεντρικό πυρήνα είναι και οι Γιώργος Σταυρίδης κρουστά και Νίκος Αντωνόπουλος κλασική κιθάρα και πλήκτρα) ξεκίνησαν τη δράση τους νωρίς νωρίς –«εγώ και ο Κοσμάς Λαμπίδης φίλοι από τα 7 ξεκινήσαμε να παίζουμε στα 16 μας» -συνδυάζοντας ήχους πότε από τη ροκ, πότε από την ελληνική παράδοση, πότε από την ευρύτατη γκάμα της έθνικ.

Γλυκόπιοτο κράμα όλο αυτό είναι αδύνατον να μπει κάτω από μια συγκεκριμένη ταμπέλα μουσικά -αν και ο ενδοσκοπικός τους στίχος (σαν σκέψεις που τρέχουν) σε αφυπνίζει χωρίς όμως να σε πριζώνει. Σημείο σημαντικό για την πορεία τους -κάθε μπάντα έχει το momentum της- ήταν λίγο πριν την ώρα του μεγάλου εγκλεισμού, όταν πλέον είχε γυρίσει πολλές φορές στο Spotify o τρίτος τους δίσκος «Μη & Δεν» (2018) και πιο πολύ το κομμάτι «Ανοιχτά Πάραθυρα» σε στίχους Λαπαθιώτη.

Τον χειμώνα του ΄20 όλα πλέον ήταν στη θέση τους, έτσι ώστε οι Usurum να απολαμβάνουν την πολυπόθητη …άνοιξη, με live σε γεμάτες αίθουσες, ανταπόκριση στα σόσιαλ, κι ένα πολλά υποσχόμενο καλοκαίρι, που όμως δεν ήρθε ποτέ. Αλλά οκ. Όλα καλά. Η ζωή τραβάει τον δρόμο της και όποιος θέλει καβαλάει το …κύμα και πάει. Για τους Usurum ειδικά, ο εγκλεισμός υπήρξε σούπερ δημιουργικός.

Οfficial release του «Ασανσέρ» στις ψηφιακές πλατφόρμες μέσα στον Ιούλιο. Και για πρώτη φορά σε συνεργασία με την Space Between Us Recordings και κυκλοφορία 200 χρωματιστών «συλλεκτικών» βινυλίων και 500 «κανονικών» -για όσους είναι φαν του βινυλίου.

Γραφιστικός σχεδιασμός Παναγιώτης Ανδριανός, φωτογραφία εξωφύλλου Στέλιος Παπαρδέλας

 

Ρωτώ τον Σταύρο για αυτό το «prepaid» που βλέπω στο f/b του –αν αυτό έχει κάποια σχέση με το crowd funding που τελευταία «παίζει» και στο χώρο τους. Όχι με διαβεβαιώνει. Το «Ασανσέρ» βγαίνει εξ ολοκλήρου με δικά τους χρήματα. Απλά η εταιρεία αποφάσισε να βγάλει σε preorder τα βινύλια (τα 40 πρώτα συλλεκτικά έχουν ήδη φύγει). «Τα παραγγέλλεις και τα πληρώνεις τώρα για να τα παραλαμβάνεις όταν κυκλοφορήσουν, μερικούς μήνες μετά» μου εξηγεί .

Εντυπωσιακό να υπάρχει στην ψηφιακή μας εποχή κοινό (και εννοούμε νέο κοινό) για τα βινύλια. Όχι οι 50άρηδες και οι 60αρηδες. Αλλά νέα παιδιά. Που αγοράζουν –από το υστέρημα τους, κυρίως.

«Σε μια έρευνα που διάβασα τελευταία, το βινύλιο ξεπέρασε σε πωλήσεις στο Ην. Βασίλειο οποιαδήποτε άλλη μορφή φυσικού προϊόντος, φτάνοντας σε έναν αριθμό πωλήσεων που η βιομηχανία είχε να δει από το 1989» μου λέει.

Τα παράδοξα της εποχής. Τα συν και τα πλην της. Γιατί (όπως λέμε και οι δύο) από τότε που η βασική κυκλοφορία της μουσικής γίνεται μέσω ψηφιακών πλατφορμών, έχει χαθεί κάτι απ τη μαγεία που υπήρχε παλιά στην σχέση μουσικόφιλου και υλικού. Αλλά ποιος πάει κόντρα πλέον; Όχι δεν έχει νόημα…

Ας γυρίσουμε λοιπόν στο «Ασανσέρ» τους, μεγάλο μέρος του οποίου ήταν έτοιμο πριν τον «εγκλεισμό».

Να υποθέσω ότι την ηχογράφηση την έκαναν και πάλι μόνοι τους μέσα στο σαλόνι της οικίας τους; «Έτσι ακριβώς» είναι η απάντηση.

Οπότε θα πρέπει να υπάρχουν κάποιες ας πούμε «τεχνολογικής υφής» ελλείψεις. Η όχι ;

«Σίγουρα. Είναι σα να ζωγραφίζεις σε σπήλαιο. Πρωτόγονη κατάσταση. Ελπίζω μόνο να έχει και κάτι από την ομορφιά της …τέχνης των σπηλαίων».

Η αλήθεια είναι ότι στο «Μη & Δεν» ο …πρωτογονισμός της μεθόδου παραγωγής ουδόλως εμπόδισε την τύχη της δουλειάς τους – μην πούμε ότι συνέβη το αντίθετο κιόλας. «Τεχνικά η διαδικασία της ηχογράφησης γίνεται σε ένα laptop των 400 ευρώ. Και ένα μικρόφωνο των 100 ευρώ. Αφού βέβαια έχει γίνει η απαραίτητη προεργασία με συζητήσεις και ανταλλαγή ιδεών. Δεν γράφουμε όλοι μαζί ζωντανά. Οι τέσσερις βασικοί, ανταλλάσσουμε ιδέες πώς θα γίνει το κομμάτι, πού θα μπουν τα πλήκτρα, τα κρουστά …και όταν έρθει η ώρα, ηχογραφούμε σε ένα σαλόνι που βέβαια δεν είναι ηχομονωμένο. Γι’ αυτό ακούς σκυλιά, λεωφορεία κλπ.».

Ο ήχος μιας πόλης που αναπνέει μέσα στη μουσική. Η ψυχή μιας μπάντας που ακόμη και με τον τρόπο που επιλέγει να ηχογραφήσει, κάτι θέλει να πει –πέρα από αυτό που λέει με τα τραγούδια της. «Όχι απλά δεν γκρινιάζουμε» λέει ο Σταύρος «αλλά το έχουμε επιλέξει κιόλας. Όπως κάνουμε οικονομία για να βγάλουμε τα βινύλια, έτσι θα μπορούσαμε να κάνουμε οικονομία και να πάμε σε ένα στούντιο όπου υπάρχουν όλες οι ανέσεις. Αλλά αυτό μας ταιριάζει καλύτερα».

Τον ρωτώ αν νιώθει ότι έχουν βρει πλέον μια ταυτότητα ήχου που επί χρόνια διαμόρφωναν –με το δεδομένο ότι είναι σχεδόν αδύνατον να ακούσεις Usurum και να μην τους αναγνωρίσεις αμέσως.

«Το μόνο που μπορώ να πω είναι ότι άρχισα να αισθάνομαι καλά απ΄ τον προηγούμενο δίσκο μας. Αλλά είμαστε σε μια φάση που δεν δένουμε τίποτα. Ειδικά τώρα με το «Ασανσέρ» που νιώθουμε ότι κλείνει ένας κύκλος. Ήδη έχουμε πολλά επόμενα τραγούδια που διαφοροποιούνται σε φόρμα. Και στον ήχο σκεφτόμαστε αλλαγές. Τροποποιήσεις θα έλεγα».

Το δεδομένο είναι (του λέω) ότι έχουν διαμορφώσει ένα κοινό -διόλου αυτονόητο ακόμη και για όσους το παλεύουν χρόνια. «Τα τρία τελευταία χρόνια νιώθουμε ότι πατάμε γερά στα live μας. Ναι υπάρχει κοινό. Που μεγαλώνει αργά και σταθερά. Κι εγώ ακόμα μένω άναυδος όταν βλέπω ανθρώπους που έρχονται και ξέρουν αυτά που έχουμε γράψει. Γιατί παίζουμε ελάχιστα διασκευές…»

Φωτογραφία – Κωνσταντίνος Παπαδόπουλος

 

Απ΄ ό,τι έχω καταλάβει η πανδημία σας έκοψε λίγο τη φόρα…
Σίγουρα. Αλλά δεν παραπονιόμαστε. Δεν το φέρουμε βαρέως. Ειδικά για τους μήνες Μάρτιο και Απρίλιο είχαμε κλείσει 25 συναυλίες σε όλη την Ελλάδα –ήταν η πρώτη φορά που θα κάναμε ολοκληρωμένη περιοδεία.

Φέτος τι λένε τα προγνωστικά;
Ότι θα υπάρξει συναυλιακό καλοκαίρι με περιορισμούς –εννοείται. Και ότι δε θα είναι χειρότερα από πέρυσι.

Είστε πολλά χρόνια μαζί σαν γκρουπ και ο πρώτος σας δίσκος βγήκε όταν ήσασταν 20 ετών -την εποχή που ουσιαστικά είχε διαλυθεί η βιομηχανία της δισκογραφίας. Αναρωτιέμαι αν έχετε φτάσει στο στάδιο να βιοπορίζεστε απ΄ αυτή τη δουλειά.
Έχουμε αρχίσει να φανταζόμαστε ότι μπορεί και να βιοποριστούμε. Βέβαια τι σημαίνει αυτό. Ότι μπορείς να βιοπορίζεσαι από τη μουσική γενικά, κάνοντας και πολλές δουλειές για άλλους. Ενορχηστρώσεις π.χ. ή συμμετέχεις σε σχήματα άλλων. Εγώ, μέχρι το προηγούμενο καλοκαίρι, δούλευα σε μπαρ. Ο Κοσμάς δουλεύει ακόμα. Κάνουμε πολλά πράγματα και ό,τι αποταμιεύουμε απ όλες μας τις δραστηριότητες το βάζουμε στους δίσκους μας.

Ηρωικό…
Είναι μια απόφαση. Όταν ξεκινήσαμε με τον Κοσμά είπαμε ότι δε θα κάνουμε εκπτώσεις πουθενά. Δε θέλαμε να μας περιορίσει ο βιοπορισμός, να γίνει η αιτία να πάρουμε άλλο δρόμο στη μουσική.

Δύσκολοι καιροί για ξεκινήματα. Γιατί άλλο να το λες στην αρχή, άλλο να το τηρείς μέσα στα χρόνια…
Ξέρεις τι γίνεται με την δική μας γενιά. Εμείς είμαστε πιο τυχεροί από τους προηγούμενους που ξεκινώντας, κανένα πεντάρι χρόνια πριν, όλο και κάτι περίμεναν από την εταιρεία ή από τα ραδιόφωνα -γιατί τότε κάπως κουτσοπήγαινε η βιομηχανία. Το 2013 όμως, ήταν όλα διαλυμένα. Οπότε εμείς δεν πιαστήκαμε από καμία εταιρεία, από κανένα promotion κι αυτό μας έδωσε μια ελευθερία παραπάνω.

Το στοίχημα σας από δω και πέρα, ίσως να είναι να παραμείνετε μαζί…
Δεν με έχει αγχώσει αυτό μέχρι τώρα, γιατί είμαστε παρέα. Και πολλά χρόνια μαζί. Και βλέπω ότι αυτό όχι μόνο δε σπάει, αλλά εξελίσσεται, και πάει. Βλέπουμε ο ένας τον άλλο να μεγαλώνει…

Τελευταία ερώτηση: Τι είναι το «κιθαρόνι»; Το pss-560; Και η Kalimba.
Το κιθαρόνι είναι μια κλασσική κιθάρα μικρής κλίμακας. Το pss είναι ένα συνθεσάιζερ που μοιάζει με παιχνίδι –το είχε βγάλει η Yamaha την δεκαετία του 80. Το βρήκα τυχαία στο υπόγειο ενός θείου μου και πραγματικά έχει παίξει ρόλο στη διαμόρφωση του ήχου μας… Η Κalimba είναι ένα αφρικάνικο όργανο που μοιάζει με μεταλόφωνο..

Δε θα το έλεγες συνηθισμένο συνδυασμό -εννοώ το σύνολο των οργάνων. Λείπει ας πούμε το πιάνο..
Είναι ό,τι μαζεύει ο καθένας για την προσωπική του συλλογή. Ήταν κι αυτό μέσα στη φιλοσοφία μας από τον προηγούμενο δίσκο το «Μη & Δεν». Να παίζουμε με ό,τι υπάρχει στο δωμάτιο. Να πορευόμαστε με ό,τι έχουμε…

Φωτογραφία – Αγνώστου

 

Κεντρική φωτογραφία άρθρου – Δημήτρης Μακρής