Crowd Funding και Σπύρος Γραμμένος

«Να λέμε σταματήστε, συμπληρώθηκε το ποσό, και να μας απαντούν «πιείτε τα σε μπύρες».

 

Τελευταία ήρθε πολλές φορές στην επικαιρότητα –αλλά μάλλον για τους λάθος λόγους. Μια οι εξομολογήσεις του στο πλαίσιο του #me too (πάρα πολύ σοβαρή η καταγγελία του όντως) μία εκείνο το «Μαμά μπαμπά είμαι κουκουλοφόρος» που ακούστηκε στην κρατική τηλεόραση μέρα μεσημέρι και έφτασε να γίνει επερώτηση στη Βουλή, χάθηκε η ευκαιρία, μέσα στον θόρυβο των media, να γίνει λόγος για το ολοκαίνουργιο «O diskos Sas» που μόλις κυκλοφόρησε με δεκαέξι δικά του νέα τραγούδια. Οι 16 αυτές μικρές ιστορίες -γιατί περί ιστοριών πρόκειται- εκτός του ότι αναδεικνύουν το κοφτερό του χιούμορ αλλά και το στέρεο ύφος ενός τραγουδοποιού, που ο στίχος του μπορεί να σε …πεθάνει (και δεν εννοώ μόνο απ τα γέλια) έχουν ακόμα ένα χαρακτηριστικό: βγήκαν στο φως με την αποκλειστική χρηματοδότηση του κοινού.

Το crowd που λέμε στα ελληνικά; Οπότε ο «Ο Diskos Sas» είναι όντως «σας» μια που μέσα σε λίγους μήνες συγκεντρώθηκαν 11600 ευρώ, από 320 άτομα. Τα τελευταία 1800 ευρώ μάλιστα, ήταν «δωράκι» , όπως μας είπε ο ίδιος για το καλό. «Στις 28 Δεκεμβρίου 2020 είχε μαζευτεί ένα μεγάλο ποσό -9.800 ευρώ- που έφτανε να πληρωθούν όλοι οι συμμετέχοντες. Κι ενώ φαινόταν ότι είχε συμπληρωθεί το ποσόν, o κόσμος εξακολουθούσε κι έβαζε έως τις 31/12/20 που έκλεινε το crowd funding. Τα δε μηνύματα που έφταναν ήταν απίστευτα συγκινητικά. Μου έγραφαν: «πιείτε τα σε μπύρες».

 

growd_funding_spiros_grammenos

 

Το κακό είναι ότι σε μια γραπτή συνέντευξη (όπως αυτή εδώ) είναι αδύνατον να αναπαράξεις το «κλίμα» που εισπράττεις από τον συνεντευξιαζόμενο… Ο Γραμμένος είναι ο τύπος που σου φτιάχνει τη μέρα με το καλημέρα σας -και αυτό του βγαίνει αβίαστα. Προσόν μοναδικό. Όπως αβίαστα βγαίνει η ικανότητά του να «συνδέεται» με το κοινό όταν βρίσκεται στη σκηνή. Και ήταν έτσι από την πρώτη στιγμή που τον γνώρισα το 2016.

Το ωραίο είναι ότι μέσα σ΄αυτά τα 5 χρόνια -τα δύσκολα χρόνια- εκτός από την μουσική, ασχολήθηκε με το γράψιμο, το ραδιόφωνο (The Press Project), το θέατρο. Λίγο πριν κλείσουν τα πάντα, παιζόταν στο θέατρο (με τον ίδιο πρωταγωνιστή) το πρώτο του θεατρικό παραμύθι, Το Φανταστικό Χωριό, ενώ η ενασχόληση με τον νέο δίσκο μέσα στην πανδημία (όπου συγκέντρωσε κομμάτια που έγραψε απ΄ το 2016 έως σήμερα) πήγε εκ παραλλήλου με την ολοκλήρωση του πρώτου του βιβλίου με διηγήματα («Ιστορίες του Χόρχε») που θα κυκλοφορήσει εντός ολίγου από τις εκδόσεις ΚΨΜ.

Και το κερασάκι στη δική του «πανδημική» -παραγωγικότατη- τούρτα είναι, ότι φέτος το καλοκαίρι θα τον δούμε να παίζει δίπλα στον Λάκη Λαζόπουλο και την Ελένη Ουζουνίδου στο έργο που συγγράφει ο Λάκης Λαζόπουλος για τον Καραϊσκάκη και σκηνοθετεί ο Βαγγέλης Θεοδωρόπουλος (στο πλαίσιο των εορτασμών για τα 200 χρόνια από την ελληνική επανάσταση). Μάλιστα. Όλα αυτά τα καλά για τον Σπύρο.

 

«Καλά το πας» του λέω κάποια στιγμή. «Σιγά-σιγά. Τουλάχιστον, καλλιτεχνικά, αυτό το σιγά σιγά, μάλλον είναι προς όφελος σου. Τα μεγάλα «μπαμ» είναι ωραία αλλά μπορεί και να αποβούν ολέθρια.

«Το χαίρομαι το σιγά σιγά. Αυτό είναι το ωραίο. Είναι αυτό που είχε πει κάποτε ο Αγγελάκας, «τα πρώτα 10 χρόνια είναι τα δύσκολα» .

Μπορεί να ακούγεται αστείο αλλά νομίζω ότι για τους καλλιτέχνες ειδικά ισχύει απόλυτα.

Το 2009 ήρθα Αθήνα, μέσα στην κρίση. Οπότε έτσι κι αλλιώς ήταν ζορισμένα τα πράγματα. Κι εκεί που είπα «νομίζω ότι φέτος δε θα αγχωθώ να πληρώσω το νοίκι» το 2019 δηλαδή, ξέσπασε η πανδημία. Αλλά οκ. Αυτό που συνέβη με τον δίσκο ήταν απίστευτο…

Για τον δίσκο βασικά ήθελα να σου μιλήσω…

Δε θέλω να ακουστώ πολύ ρομαντικός ή γραφικός αλλά αυτό το συναίσθημα που ανταλλάσσεις με το κοινό, αυτή η αγάπη που εισπράττεις… Δεν υπάρχει…

 

 

Και πώς σου ήρθε η ιδέα να κάνεις crowd funding; Ή είναι κάτι που γενικά συμβαίνει στο χώρο και δεν πολυσυζητιέται;

Είδα ότι το είχε κάνει πέρυσι, μέσα στην καραντίνα, και η Πέννυ Μπαλτατζή και το είχα στο μυαλό μου.

Εταιρεία δεν έψαξες δηλαδή…

Όταν διαπίστωσα ότι δε θα το έβγαζα με κάποια εταιρεία -δεν αποδέχομαι τους όρους τους με τίποτα- κι όταν κατάλαβα ότι δε θα είχα ποτέ τα χρήματα να το κάνω, τότε άρχισα να το σκέφτομαι σοβαρά..

Τι γίνεται με τις εταιρείες αυτή την εποχή;

Κατ’ αρχήν παρεμβαίνουν στη δουλειά σου. Και επίσης συμμετέχουν στα λάιβ σου -με ποσοστά. Οπότε καταλαβαίνεις… Είναι τόσο λίγα τα χρήματα που βγάζουμε από τα λάιβ που δεν μπορείς να τα μοιράζεσαι κιόλας. Οπότε, είπα κι εγώ αντί να μοιραστώ τη δουλειά μου με εταιρεία, ας την μοιραστώ με τον κόσμο που την ακούει. Και βέβαια κανείς μας δεν περίμενε να συμβεί αυτό που συνέβη –να τους λέμε σταματήστε, συμπληρώθηκε το ποσό, και να μας λένε «πιείτε τα σε μπύρες».

Ωραία εμπειρία…

Μοναδική. Τόσο συγκινητικό όλο αυτό. Και είναι και ο πρώτος μου δίσκος που αμείβονται όλοι όσοι συμμετείχαν. Γιατί μέχρι τώρα, λέγαμε «θα μας κάνεις το εξώφυλλο;» «θα έρθεις να παίξεις μια κιθάρα»; Δεν έβγαινε αλλιώς. Δεν υπήρχε χρήμα.

Οι μικρές εταιρείες;

Οι μικρές εταιρείες δεν μπορούν να βοηθήσουν οικονομικά. Πρέπει με κάποιο τρόπο να καλύψουν τις τρύπες τους. Και δεν είναι παράλογο να μην μπορεί μια μικρή εταιρεία να σου διαθέσει 10 χιλιάρικα -γιατί δε θα τα πάρει ποτέ πίσω. Δεν έχουμε ακόμα βρει την άκρη σε αυτό το θέμα, τη στιγμή που δεν υπάρχει πια το φυσικό προϊόν. Εμείς με το crowd funding θα έχουμε 500 βινύλια –τα 170 είναι ήδη προαγορασμένα. Θα βγει κι ένα «φλασάκι» να μπορείς να το παίξεις στον υπολογιστή και να έχεις και το booklet, και το εξώφυλλο…

Μια χαρά πήγε η πανδημία για σένα απ΄ ό,τι καταλαβαίνω.. Δε σε φρέναρε καθόλου…

Μόνο τα live σταμάτησα. Κατά τα άλλα δούλευα κανονικά στο σπίτι μου, στο στούντιό μου. Έγραφα τραγούδια, έγραφα τα διηγήματα του Χόρχε, είχα και το ραδιόφωνο… Από πέρυσι τον Ιούλιο, μένουμε με την κοπέλα μου σε ένα ψαροχώρι, στους Αγ. Αποστόλους, στην Εύβοια και έρχομαι στην Αθήνα μόνο όταν έχω δουλειά…

Και πώς είναι η ζωή εκεί;

Είναι η ζωή εκεί. Απλά. Μην ξεχνάς ότι κι εγώ έχω μεγαλώσει στα Γιάννενα, είμαι παιδί της επαρχίας. Ξέρω ότι η Αθήνα είναι όμορφη, έχει ωραίες στιγμές αλλά στην Αθήνα ζω μόνο για να δουλεύω. Πώς ο άλλος ξυπνάει και πάει στο γραφείο και μετά επιστρέφει; Έτσι κι εγώ. Έρχομαι εδώ, κάθομαι δυο τρεις μέρες και επιστρέφω.

Για πες μου για τον Χόρχε.

O Xόρχε είναι ένας νεαρός που μεγαλώνει στην επαρχία σε κάποιο χωριό. Βλέπει τί συμβαίνει γύρω του και σχολιάζει τα πάντα με το -ας πούμε- παιδικό μυαλό του…

 

 

 

Τόση ώρα σε ακούω και αναρωτιέμαι. Είσαι τόσο καλό παιδί όσο φαίνεσαι;

Αυτό με ρώταγε και η πρώην πεθερά μου. Και της έλεγα «μέχρι αποδείξεως του εναντίου». Η μαμά μου πάντως ναι το πιστεύει.

Κάποτε δουλεύατε και μαζί με την μαμά σου…

Δεκαπέντε χρόνια στον ίδιο χώρο ήμασταν. Μεγαλώσαμε μαζί ουσιαστικά. Σκέψου, όταν εκείνη ήταν στην ηλικία μου (41) εγώ ετοιμαζόμουν να πάω φαντάρος. Ήταν 22 ετών όταν με έκανε…

Στο τραγούδι «Ο πιο μεγάλος πόνος» τα λέω αυτά -το πώς ένιωσα την ενηλικίωσή μου.

Εδώ μια παρένθεση δική μου. Η αλήθεια είναι ότι ειδικά αυτό το τραγούδι το άκουσα εκ των υστέρων και είναι όντως εκείνο το τραγούδι που επισφράγισε την πεποίθηση μου, ότι ο χρόνος μετράει καλά για τον Γραμμένο. Όσο μεγαλώνει, τόσο καλύτερα γράφει…

«Μεγάλωσα / ήρθα στα χρόνια του πατέρα μου/ μεγάλωσα, πέρασα λίγο τη μητέρα μου (…) τα μάτια μου κάνουν ρυτίδες που θυμίζουνε εικόνες που/ εικόνες που/ με νανουρίζουνε…»

Για πες μας κάτι περισσότερο γι’ αυτό το τραγούδι (σίγουρα είναι το πιο εσωτερικό του δίσκου).

Το τραγούδι το εμπνεύστηκα απ΄αυτό που είπε ένας ψυχίατρος. Λέει «Δεν πρέπει να κλαιγόμαστε για άγχη, για ελλείψεις, για χίλια δυο, γιατί το μεγαλύτερο άγχος, τη χειρότερη της ζωής μας την έχουμε ήδη ζήσει τη στιγμή της γέννησής μας. Είναι τόσο μεγάλο το σοκ από την πλήρη ασφάλεια της μήτρας, έξω στον κόσμο, που όλα τα άλλα είναι μηδαμινά….

Εγώ γέλασα πολύ και με το «Φαρμακείο» (σ.ς. που είναι σε στίχο Μάκη Παπαδημητρίου). Και συγκινήθηκα με το «Σ΄ευχαριστώ Λουκιανέ». Και με το «Θέλω να είσαι εδώ». Και τις «Ταράτσες». Μικρές αυτοτελείς ιστορίες όλα τα τραγούδια. Οπότε να μη ρωτήσω για τα διηγήματα… Όμως το Θέατρο;

Mα είναι παλιά ιστορία κι αυτό. Από το 2011 και μετά, έχω παίξει σε διάφορες παραστάσεις. Ερασιτεχνικά βέβαια. Απλά, πλέον, έχω και τα ένσημα -για να μην με βρίζουν οι ηθοποιοί.

Σιγά. Ποιος σε έβρισε δηλαδή…

Ποιος με έβρισε… (γελώντας). Η κοπέλα μου με έβρισε, που είναι ηθοποιός. Εσύ, δεν πήγες σε Σχολή ούτε μια μέρα, μου λέει. Και παίζεις. Και εμείς καθόμαστε…