Keith Jarrett – The Koln Concert

Ένας δίσκος που έχει μείνει στην ιστορία. Ένα ζωντανά ηχογραφημένο πιανιστικό κοντσέρτο που έχει σπάσει κάθε όριο δημοφιλίας σε όλα τα μουσικά είδη. Το σόλο “The Koln Concert” του πιανίστα Keith Jarrett κλείνει 47 χρόνια και συνεχίζει την πορεία του.

Ένα από τα χειρότερα καλλιτεχνικά νέα των τελευταίων χρόνων ήταν ότι ο Keith Jarrett, ο διάσημος αυτός και δημοφιλής πιανίστας της τζαζ και της κλασικής μουσικής δεν θα μπορέσει ποτέ πια να παίξει πιάνο – ως αποτέλεσμα μιας πλήρους αναπηρίας της αριστερής του πλευράς που προήλθε από δύο εγκεφαλικά επεισόδια το 2018. Ωστόσο ο Jarrett μας έχει δώσει τόσα πολλά ηχογραφημένα δείγματα της τέχνης του – χάρη κυρίως στην μακρόχρονη και πλούσια συνεργασία του με την γερμανική εταιρία ECM του Manfred Eicher – που θα μπορεί να μας κρατά απασχολημένους για πολύ καιρό.

Μία από τις καινοτομίες που εισήγαγε ο Keith Jarrett στη μουσική ήταν τα σόλο πιανιστικά κοντσέρτα που βασίζονταν σε ένα αυτοσχεδιαζόμενο πρόγραμμα και μπορούσαν να καλύψουν πλήρως τα χρονικά όρια μιας συναυλίας. Ως τότε αυτού του είδους τα κοντσέρτα τα συναντούσαμε μόνο στην κλασική μουσική – ωστόσο ο Jarrett με τον πρώτο του σόλο πιανιστικό δίσκο στην ECM (“Facing You”, 1971) άρχισε να ανοίγει έναν δρόμο προς αυτή την κατεύθυνση, πράγμα που ο Eicher ενθάρρυνε και ώθησε ως το τέλος. Πρώτο δισκογραφικό δείγμα αυτής της κατεύθυνσης ήταν το τριπλό άλμπουμ “Solo Concerts: Bremen / Lausane” (1973) που ήρθε να ταράξει και την ίδια την τζαζική πορεία του πιανίστα που εξελισσόταν με δύο παράλληλα κουαρτέτα του (το “αμερικανικό”, με Dewey Redma, Charlie Haden και Paul Motian, και το “ευρωπαϊκό”, με Jan Garbarek, Palle Danielsson και Jon Christensen).

Όσο καινοτομική και φρέσκια κι αν ακουγόταν η πορεία του Jarrett με τα κουαρτέτα, η σόλο πιανιστική του πορεία ήταν ουσιαστικά το καινούριο πράγμα στην τέχνη του και το κάτι άλλο στην μουσική performance! Και αυτό φάνηκε με το “Koln Concert” που ηχογραφήθηκε ζωντανά στην Όπερα της Κολωνίας στις 24 Ιανουαρίου του 1975. Ουσιαστικά, αποτελείται από δύο εκτενή αυτοσχεδιαζόμενα πιανιστικά μέρη και ένα τρίτο μικρότερο, ως encore. Μουσική που γεννιέται μέσα από υπέροχες μελωδίες και γοητευτικά επαναλαμβανόμενα ρυθμικά σχήματα που προέρχονται από το γκόσπελ ως την κλασική, με καθαρές ροκ και τζαζ (παρ)εκτροπές που προκύπτουν καθαρά από την ψυχή και το σώμα ενός μουσικού που δίνει νέους ορισμούς σε έννοιες όπως η “στιγμιαία έμπνευση” ή η “δημιουργικότητα”. Ό,τι παίζει ο Jarrett σ’ αυτό το κοντσέρτο – που είναι λίγο μεγαλύτερο από μιαν ώρα – σηματοδοτεί διαδικασίες πραγματικής γιορτής που βλέπουμε να επαναλαμβάνονται και στους επόμενους δίσκους του ή στις συναυλίες του που είχαμε την ευτυχία να βιώσουμε. Μαζί με κραυγές πάθους και ικανοποίησης από την μεριά του, που εγγράφονται στην μαγνητοταινία και αποτελούν αναπόσπαστο μέρος της μουσικής αυτής γιορτής.

Το άλμπουμ αυτό έγινε άμεση καλλιτεχνική και εμπορική επιτυχία διεθνώς. [Στην Ελλάδα ακόμα και σε τηλεοπτική διαφήμιση χρησιμοποιήθηκε η μουσική του]. Και ακόμα αποτελεί κορυφαία στιγμή για τον Keith Jarrett και την εταιρία του Manfred Eicher. Εντούτοις, το μπακγκράουντ της ηχογράφησης αυτής κάθε άλλο παρά ιδανικό ήταν και αυτό το μάθαμε από τον ίδιο τον Jarrett χρόνια αργότερα.

Εκείνη η 24η Ιανουαρίου του 1975 ξεκίνησε για τον Jarrett, τον Eicher και την παρέα τους (στην οποία ήταν και ο ηχολήπτης Martin Wieland, καθώς η ηχογράφηση ήταν προγραμματισμένη) με μια εξάωρη οδήγηση από την Ζυρίχη ως την Κολωνία, με τον πιανίστα να μην έχει κοιμηθεί πολύ το προηγούμενο βράδυ, με την περιοχή της Βόρειας Ρηνανίας-Βεστφαλίας να είναι υπό βροχήν και να φθάνουν στην Όπερα το απόγευμα προφανώς και να βρίσκουν όχι το πιάνο Bossendorfer που είχαν ζητήσει αλλά ένα μικρότερο και σε κακή κατάσταση, που το χρησιμοποιούσαν για πρόβες! Το κανονικό πιάνο που ήθελαν υπήρχε στην πόλη αλλά το μεταφορικό όχημα της Όπερας είχε φύγει και δεν μπορούσαν να το βρουν! Έτσι, το μικρό Bossendorfer (που ο Jarrett λέει πως ηχούσε σαν harpsichord και όχι σαν πιάνο) χρειάστηκε ώρες για να κουρδιστεί και να έρθει σε μια κατάσταση ευπρόσωπη για την συναυλία.

Επίσης, η παραγωγός της συναυλίας, η νεαρή (17 ετών) και άπειρη Vera Brandes – μετέπειτα γνωστή παραγωγός και του Μίκη Θεοδωράκη στη Γερμανία – είχε κλείσει την Όπερα για τις 11.30 το βράδυ, μετά από την κανονική παράσταση του λυρικού θεάτρου (ήταν σαφές πως δεν ήταν εύκολο να κλείσεις τζαζ συναυλία σε κανονική ώρα όπερας – εντούτοις τα εισιτήρια είχαν πουληθεί όλα!). Οι ατυχίες όμως για τον Jarrett και την παρέα του δεν είχαν τελειώσει: δεν μπόρεσε να ξεκουραστεί καθόλου πριν την συναυλία, πήγαν σε ένα ιταλικό εστιατόριο για να φάνε και τους σέρβιραν τελευταίους! Έτσι, με τη μπουκιά στο στόμα, ο καλλιτέχνης πήγε στη συναυλία και με το που βρέθηκε στη σκηνή και είδε τον κόσμο είπε από μέσα του “θα τα δώσω όλα”. Και τα έδωσε – χαρίζοντάς μας ένα πραγματικό αριστούργημα!

Στη μουσική του “The Koln Concert” έχει περάσει μόνον η μαγεία και όσο κι αν έχω προσπαθήσει να βρω ψεγάδι σ’ αυτό το διπλό άλμπουμ, που το εξώφυλλό του από άσπρο έχει γίνει πια υποκίτρινο αλλά τα αυλάκια του συνεχίζουν να είναι αστραφτερά, δεν έχω βρει! Εξακολουθεί να είναι αριστούργημα…